Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λάθεψε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
λάθεψε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
λαθεύω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
λαθεύω