Ετυμολογία

επεξεργασία
κόβω τα φτερά: → δείτε τις λέξεις κόβω, τα και φτερά, πληθυντικός του φτερό

  Έκφραση

επεξεργασία

κόβω τα φτερά (κάποιου], σε κάποιον)

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • του/της/τους κόβω τα φτερά

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία