κόβω τα φτερά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίακόβω τα φτερά (κάποιου], σε κάποιον)
- αποθαρρύνω κάποιον με οδυνηρό και τελεσίδικο τρόπο
Άλλες μορφές
επεξεργασία- του/της/τους κόβω τα φτερά
Συνώνυμα
επεξεργασία- κόβω τα πόδια σε κάποιον
- κόβω την φόρα
Αντώνυμα
επεξεργασία- ανεβάζω το ηθικό κάποιου
- δίνω φτερά σε κάποιον
- βγάζω από το καβούκι
Μεταφράσεις
επεξεργασία κόβω τα φτερά
|
Πηγές
επεξεργασία- κόβω τα φτερά - Ιδιωματικές εκφράσεις στο ΙΔΙΟΝ, Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου.