Ετυμολογία

επεξεργασία
κρησαρίζω < κρησάρα + -ίζω

κρησαρίζω

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία