Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κορνιζάρω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Ταυτόσημο
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κορνιζάρω
< ουσιαστικό
κορνίζα
+ επίθημα
-άρω
Ρήμα
επεξεργασία
κορνιζάρω
τοποθετώ εικόνα ή φωτογραφία μέσα σε
κορνίζα
Ταυτόσημο
επεξεργασία
κορνιζώνω
Συγγενικά
επεξεργασία
κορνιζαρισμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κορνιζάρω
αγγλικά
:
frame
(en)