κορκόδειλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κορκόδειλος < αναγραμματισμός του κροκόδειλος
Ανορθογραφία
επεξεργασίακορκόδειλος αρσενικό
- (προφορικό) λανθασμένη μορφή του κροκόδειλος
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Κορκόδειλος (επώνυμο)