Ετυμολογία

επεξεργασία
κομπινεζόν < γαλλική combinaison[1]
 
Ένα μοβ κομπινεζόν.

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kom.bi.neˈzon/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κο‐μπι‐νε‐ζόν

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κομπινεζόν ουδέτερο άκλιτο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία