Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κολλαρίζω < κολλάρω + -ίζω

  Ρήμα επεξεργασία

κολλαρίζω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία