Ετυμολογία

επεξεργασία
κολαφίζω < ελληνιστική κοινή κολαφίζω < αρχαία ελληνική κόλαφος < κολάπτω

κολαφίζω

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία