Δείτε: κλείσει, κλήση, κλίση, κλύση

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κλείσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος κλείνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κλείνω
  3. θα κλείσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κλείνω