κερνώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- κερνώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κερνῶ < αρχαία ελληνική κιρνῶ → και δείτε τη λέξη κερνάω
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ceɾˈno/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κερ‐νώ
Ρήμα
επεξεργασία
κερνώ
- λογιότερη μορφή του κερνάω