κατεβείτε
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίακατεβείτε
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατεβαίνω
- θα κατεβείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατεβαίνω
- β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος κατεβαίνω