καταχωρητής τρέχουσας εντολής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- καταχωρητής τρέχουσας εντολής < → δείτε τις λέξεις καταχωρητής, τρέχουσα και εντολή
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
καταχωρητής τρέχουσας εντολής
- (πληροφορική) συνώνυμο του καταχωρητή εντολών
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
καταχωρητής τρέχουσας εντολής