Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατακλέβω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
κατακλέβω
<
κατά
+
κλέβω
Ρήμα
επεξεργασία
κατακλέβω
κλέβω τα πάντα ή τα περισσότερα από όσα υπάρχουν για να κλαπούν
χρεώνω περισσότερα από ότι συνηθίζεται / είναι σωστό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κατακλέβω
αγγλικά
:
rip off
(en)