Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.taˈθli.vo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐τα‐θλί‐βο‐μαι

  Ρήμα επεξεργασία

καταθλίβομαι, π.αόρ.: -, (ενεργ.: καταθλίβω) παθητική φωνή μόνο σε ενεστώτα και παρατατικό