Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καταδρομεύς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καταδρομεύς
αρσενικό
(
καθαρεύουσα
)
καταδρομέας
Δείτε επίσης
επεξεργασία
(
αρχαία ελληνικά
)
κατάδρομος