Δείτε επίσης: κάσις, κασιγνήτα, κασίγνητος, αὐτοκασίγνητος

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κασιγνήτη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κασιγνήτη θηλυκό (θηλυκός τύπος της λέξης κασίγνητος)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία