κακομιλώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κακομιλώ < μεσαιωνική ελληνική *κακομιλῶ (δείτε κακομίλητος). Αναλύεται κακο- + μιλώ [1]
Ρήμα
επεξεργασίακακομιλώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία κακομιλώ
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ κακομιλώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας