καισαρική τομή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίακαισαρική τομή θηλυκό
- ιατρικός όρος που αναφέρεται σε εγχείρηση με την οποία εξάγεται το νεογνό από τη μήτρα. Ο όρος προέρχεται από τον τρόπο που γεννήθηκε το ιστορικό πρόσωπο Γ.Ι.Καίσαρ
Μεταφράσεις
επεξεργασία καισαρική τομή