καθοδικός σωλήνας
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
καθοδικός σωλήνας αρσενικό
- (ηλεκτρονική) ηλεκτρονική λυχνία με σωλήνα κενού που περιέχει μια διάταξη παραγωγής δέσμης ηλεκτρονίων και μια φθορίζουσα οθόνη. Η δέσμη των ηλεκτρονίων δημιουργεί μια φωτεινή κηλίδα στην οθόνη, της οποίας η θέση και η ένταση μπορεί να μεταβάλλεται.
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
καθοδικός σωλήνας