Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

καθίσατε και κάτσατε

  1. β' πληθυντικό οριστικής αορίστου του ρήματος κάθομαι
  2. β' πληθυντικό οριστικής αορίστου του ρήματος καθίζω