Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ισπανικός κηρός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Πολυλεκτικός όρος
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ισπανικός κηρός
< →
δείτε
τις λέξεις
ισπανικός
και
κηρός
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
ισπανικός κηρός
αρσενικό
(
λόγιο
) (
παρωχημένο
) το
βουλοκέρι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ισπανικός κηρός
→
δείτε
τη λέξη
βουλοκέρι