θλάω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΑρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
---|---|---|
Ενεστώτας | θλῶ | θλῶμαι |
Παρατατικός | ἔθλων | ἐθλώμην |
Μέλλοντας | θλάσω | θλασθήσομαι |
Αόριστος | ἔθλᾰσα | ἐθλάσθην |
Παρακείμενος | τέθλασμαι | |
Υπερσυντέλικος | ||
Συντελ.Μέλλ. |
Ρήμα
επεξεργασίαθλάω