ζαφράν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ζαφράν < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σαφράν (με προφορά όπως στα αραβικά) < μεσαιωνική λατινική safranum < αραβική زعفران (zaʿfarān) < περσική جعفری (ja'fari) < μαζανταρανί جفری (jaferi)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαζαφράν ουδέτερο άκλιτο
- άλλη μορφή του σαφράν
Μεταφράσεις
επεξεργασία ζαφράν
|
Αναφορές
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη σαφράν