Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επισφράγισε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
επισφράγισε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
επισφραγίζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
επισφραγίζω