Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επιληφθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιλαμβάνομαι
  2. θα επιληφθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιλαμβάνομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος επιλαμβάνομαι