Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιδίκασε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
επιδίκασε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
επιδικάζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
επιδικάζω