Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επακολούθησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
επακολούθησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
επακολουθώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
επακολουθώ