Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εξιχνίασε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος εξιχνιάζω
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος εξιχνιάζω