Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εντείνοντας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Μετοχή
επεξεργασία
εντείνοντας
άκλιτο
μετοχή
ενεργητικού
ενεστώτα
του ρήματος
εντείνω
⮡
Τα κατάφεραν
εντείνοντας
τις προσπάθειες.