εμπυάζω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εμπυάζω < έμπυο + -άζω < ελληνιστική κοινή ἔμπυον < αρχαία ελληνική ἔμπυος
Ρήμα
επεξεργασίαεμπυάζω
- άλλη μορφή του εμπυούμαι
Πηγές
επεξεργασία- εμπυάζω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- εμπυάζω - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις
επεξεργασία εμπυάζω
|