Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκμηδένισε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
εκμηδένισε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
εκμηδενίζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
εκμηδενίζω