Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκλέρ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
μερικά εκλέρ
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκλέρ
<
γαλλική
éclair
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εκλέρ
ουδέτερο
άκλιτο
μικρό
γλύκισμα
από ζύμη και γέμιση κρέμας ή σοκολάτας
Συγγενικά
επεξεργασία
εκλεράκι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκλέρ
αγγλικά
:
eclair
(en)
γαλλικά
:
éclair
(fr)