εγχαράσσομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /eŋ.xaˈɾa.so.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : εγ‐χα‐ράσ‐σο‐μαι
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
εγχαράσσομαι
- παθητική φωνή του ρήματος εγχαράσσω