Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δραχμοποιώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
δραχμοποιώ
< δραχμο- (< δραχμή) + ποιώ
Ρήμα
επεξεργασία
δραχμοποιώ
μετατρέπω σε δραχμές ξένο
νόμισμα
,
επιταγή
,
μετοχή
,
ομόλογο
κ.λπ.
Συγγενικά
επεξεργασία
δραχμή
Δείτε επίσης
επεξεργασία
συνάλλαγμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δραχμοποιώ