Ετυμολογία

επεξεργασία
δοκουμέντον < λόγιο οπτικό δάνειο από την ιταλική documento. Δείτε ντοκουμέντο.

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ðo.kuˈmen.ton/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δοκουμέντον, -ου ουδέτερο (καθαρεύουσα)