Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαχείμασε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
διαχείμασε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
διαχειμάζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
διαχειμάζω