Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ði̯a.stɾo.maˈto.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δια‐στρω‐μα‐τώ‐νο‐μαι

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

διαστρωματώνομαι