δεν τρέχει μία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαδεν τρέχει μία
- (αργκό) δεν πειράζει
- κι αν ανταλλάξανε δυο κουβέντες, δεν πειράζει
- (αργκό) δε συμβαίνει τίποτα
- εδώ στην εξοχή, όπως πάντα, δεν πειράζει
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία δεν τρέχει μία
|