γραφιστικής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαγραφιστικής
- γενική ενικού, θηλυκού γένους (γραφιστική) του γραφιστικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαγραφιστικής θηλυκό
- γενική ενικού του γραφιστική
γραφιστικής
γραφιστικής θηλυκό