Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γνωμοδοτώ < (ελληνιστική κοινή) γνωμοδοτέω-γνωμοδοτῶ

  Ρήμα επεξεργασία

γνωμοδοτώ

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία