Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Χρονολόγηση τύπων. ‑‑Sarri.greek  | 18:41, 8 Φεβρουαρίου 2023 (UTC).


Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

βύας < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βύας αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

  • (πτηνό) ο μπούφος, μεταγενέστερος τύπος του βρύας (στον Αριστοτέλη)
    Ἔτι τῶν νυκτερινῶν ἔνιοι γαμψώνυχές εἰσιν͵ οἷον νυκτικόραξ͵ γλαύξ͵ βύας. Ἔστι δ΄ ὁ βύας τὴν μὲν ἰδέαν ὅμοιος γλαυκί͵ τὸ δὲ μέγεθος ἀετοῦ οὐδὲν ἐλάττων. (Αριστοτέλης, Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν, 592b.8-10) (Χρειάζεται έλεγχο)
    Ἔτι τῶν νυκτερινῶν ἔνιοι γαμψώνυχές εἰσιν, οἷον νυκτικόραξ, γλαύξ, βρύας. Ἔστι δ’ ὁ βρύας τὴν μὲν ἰδέαν ὅμοιος γλαυκί,τὸ δὲ μέγεθος ἀετοῦ οὐδὲν ἐλάττων. Τύπος: βρύας στο Aristotelis Opera, Volume 4. Bekker, Immanuel (Ed.) Oxford: Oxford University Press, 1837 @scaife.perseus

Συνώνυμα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία