Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βρέξει χιονίσει
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
βρέξει χιονίσει
→
δείτε
τις λέξεις
βρέχει
,
βρέξει
,
χιονίζει
και
χιονίσει
Έκφραση
επεξεργασία
βρέξει χιονίσει
(
απρόσωπο ρήμα
) που εξασφαλίζεται
ό,τι
και να συμβεί, σε οποιεσδήποτε συνθήκες