βαπτίζομαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /vaˈpti.zo.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βα‐πτί‐ζο‐μαι
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
βαπτίζομαι
- παθητική φωνή του ρήματος βαπτίζω
- άλλες μορφές: βαφτίζομαι (λιγότερο επίσημο)
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
βαπτίζομαι
- μεσοπαθητική φωνή του ρήματος βαπτίζω