α αστραπά να νι κόψει
Τσακωνικά (tsd) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- α αστραπά να νι κόψει < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση επεξεργασία
α αστραπά να νι κόψει
Πηγές επεξεργασία
- κόβω - σελ.85.jpg, τόμ.2 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 2ος@academyofathens