Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αφισοκόλλησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αφισοκόλλησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αφισοκολλώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αφισοκολλώ