Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αυτοελεγχθείτε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αυτοελέγχομαι
  2. θα αυτοελεγχθείτε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αυτοελέγχομαι
  3. β' πληθυντικό προστακτικής αορίστου του ρήματος αυτοελέγχομαι