Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αυξήσεως
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
Επεξεργασία
αυξήσεως
θηλυκό
(
λόγιο
)
αύξηση
, στη
γενική
του
ενικού
εναλλακτικά:
αύξησης