αποτιμώντας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΜετοχή
επεξεργασίααποτιμώντας άκλιτο
- μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος αποτιμώ
- ⮡ Αποτιμώντας την επιχείρηση, διαπίστωσαν ότι είχαν παθητικό, Αποτιμώντας τις ζημίες...
- ⮡ Αποτιμώντας τις πολιτικές εξελίξεις,ένιωσαν μεγάλη απογοητευση
- ⮡ Αποτιμώντας τους κινδύνους, έκριναν σκόπιμο να μην προχωρήσουν στην επένδυση