αποστεριόρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αποστεριόρι < μεσαιωνική λατινική a posteriori
Επίρρημα
επεξεργασία
αποστεριόρι
Αντώνυμα
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποστεριόρι
|