Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αποσαπίζω < απο- + σαπίζω

  Ρήμα επεξεργασία

αποσαπίζω

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία